σηπτικοπυαιμία

σηπτικοπυαιμία
η, Ν
ιατρ. μορφή σηψαιμίας, κατά την οποία τα παθογόνα μικρόβια εντοπίζονται δευτεροπαθώς σε ορισμένες περιοχές τού οργανισμού, όπου προκαλούν πυώδεις εστίες.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. septicopyemia < sēpticus (< σηπτικός) + pyemia (< πύον + αίμα)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”